Κατηγορία:ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ

2020 30 ΑΠΡ. 22Η ΕΣΠΕΡΙΝΗ ΟΜΙΛΙΑ “ΧΡΗΣΤΟΗΘΕΙΑ”

Την Πέμπτη 30 Απρ. 2020 πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά η Εσπερινή Ομιλία του πνευματικού μας π.Νικηφόρου Κοντογιάννη με τίτλο “ΧΡΗΣΤΟΗΘΕΙΑ”, με αφορμή το βιβλίο του Αγίου Παΐσίου του Αγιορείτου “Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο”, όπου εξάγονται διάφορα συμπεράσματα πνευματικής ζωής, συνύπαρξης, συνεργασίας και γενικά της προσέγγισης του Θεού με σκοπό την σωτηρία, τον αγιασμό, την μίμηση του Ι.Χριστού και τέλος την θέωση του ανθρώπου δια του ενανθρωπίσαντος ΙΣ ΧΡ. Οι ομιλίες πραγματοποιούνται κάθε Πέμπτη στις 6:45μ.μ. αμέσως μετά την Ιερά Παράκληση η οποία τελείται στις 6:00μ.μ., προσωρινά κεκλεισμένων των θυρών και μεταδίδονται σε Ζωντανή Ραδιοτηλεοπτική Μετάδοση από την Ιστοσελίδα μας: www.galilea.gr/ζωντανα-2/.
Η παράκληση τελέστηκε προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου, για να είναι η ζωή μας κάτω από την σκέπη και την προστασία του Θεού, 

παροικήσω ἐν τῷ σκηνώματί σου εἰς τούς αἰῶνας,
σκεπασθήσομαι ἐν σκέπει τῶν πτερύγων σου”
(Ψαλμός 60ος Στιχ.5)

ΘΕΜΑ 22ης ΟΜΙΛΙΑΣ:

Να απλοποιήσουμε τη ζωή μας.

(Με οδηγό το βιβλίο του Αγίου Παΐσίου του Αγιορείτου “Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο”  και του Αγ.Νικοδήμου του Αγιορείτου, “Χρηστοήθεια”.

Όσιος Παϊσιος ο Αγιορείτης.
Μέ πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο

Α.  Ὅλες οἱ εὐκολίες ποὺ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι σκλαβώνουν…Ἄλλο καθαριότητα, ἄλλο λοῦσο. Πολύ βοηθάει, γιὰ νὰ μπορέση νὰ ἐλαττώση τὶς ἀπαιτήσεις του, νὰ κάνη πολλές δουλειές μὲ ἕνα πράγμα…Γενικά τὰ ἁπλά πολύ βοηθοῦν. Νὰ ἔχετε ἁπλά καὶ στέρεα πράγματα. Τὸ ταπεινό καὶ ἁπλό καὶ οἱ κοσμικοί τὸ ἐκτιμοῦν καὶ τούς μοναχούς βοηθάει…

τὴν γλύκα τῆς ἁπλότητος δὲν τὴν ἔχετε καταλάβει. Ἡ ἁπλότητα ξεκου­ρά­ζει.

Ἀντί νὰ ἁπλοποιῆτε τὰ πράγματα, γιὰ νὰ μή χάνετε χρόνο, μπαίνετε στό… «πολυχρό­νιο». Θέλετε τὸ τέλειο καὶ ταλαιπωρεῖσθε. Τὸ τέλειο στὰ πνευματικά νὰ τὸ θέλετε. Νὰ μή δίνετε ὅλον τὸν δυναμισμό σας σὲ ἐξωτερικά καλλιτεχνικά, ἀλλὰ στὴν καλλιτεχνία τῆς ψυχῆς. Μέρα-νύχτα νὰ κοιτάζετε γιὰ τὴν τελειοποίηση τῆς ψυχῆς. Ἄν τὸ καλλιτε­χνικό τὸ ἀξιοποιήσετε στὴν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς, θὰ χαίρεστε γιὰ τὸ πνευματικό παλατάκι σας…Γι’ αὐτὸ γίνονταν καὶ τὰ πανηγύρια στὶς Μονές, ὅταν γιόρταζε ὁ Ἅγιος, γιὰ νὰ βρῆ λίγο ψάρι ὁ φτωχός κόσμος νὰ φάη. Νὰ χαρῆ λίγο καὶ παράλληλα νὰ βοηθηθῆ πνευματικά. Τώρα γιὰ ποιό λόγο νὰ γίνωνται τὰ πανηγύρια; Ποιός ὁ σκοπός νὰ φάη ὁ κόσμος ψάρι, ἀφοῦ σήμερα δὲν στερεῖται;…

Ὅπως ὅταν ξεκινᾶ κανεὶς γιὰ πνευματικά, δὲν χορταίνει ποτέ, ἔτσι καὶ ὅταν ξεκινᾶ γιὰ τὰ ὄμορφα, δὲν χορταίνει ποτέ. Τώρα ξέρεις τί πρέπει νὰ γίνεται; Νὰ μή φροντίζης γιὰ τὰ καλοφτιαγμένα κτίρια, νὰ φτιάχνης τὰ ἀπαραίτητα καὶ νὰ στραφῆς στὴν δυστυχία τοῦ κόσμου μὲ προσευχή, ὅταν δὲν ἔχης νὰ δώσης, καὶ μὲ ἐλεημοσύνη, ὅταν ἔχης. Νὰ κάνετε προσευχή καὶ τὰ πιὸ ἀπαραίτητα ἀπὸ δουλειές. Ὅλα αὐτὰ  ποὺ κάνουμε, δὲν ἔχουν πολλή ζωή. Καὶ ἀξίζει νὰ δίνουμε τὴν ζωή μας, καὶ νὰ δυσκο­λεύωνται ζωές καὶ νὰ πεθαίνουν ἀπὸ τὴν πείνα ἄλλοι; Τὰ ἁπλά κτίρια καὶ τὰ ταπεινά ἀντικείμενα μεταφέρουν τούς μοναχούς νοερά στὶς σπηλιές καὶ στὰ ἀπέριττα Ἀσκητήρια τῶν Ἁγίων Πατέρων μας, καὶ ἔτσι ὠφελοῦνται πνευματικά. Ἐνῶ τὰ κοσμικά θυμίζουν κόσμο καὶ κάνουν τούς μοναχούς κοσμικούς στὴν ψυχή. Πρόσφατα[1] ἔγιναν ἀνασκαφές καὶ βρέθηκαν στὴν Νιτρία τὰ πρῶτα «Κελλία» τῶν μοναχῶν, τὰ ἀσκητικά. Στὴν συνέχεια βρέθηκαν τὰ λίγο μεταγενέστερα, ποὺ ἦταν λίγο κοσμικά, καὶ κατόπιν τὰ τελευταία ποὺ ἐμοίαζαν μὲ τὰ σαλόνια τῶν πλουσίων ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, μὲ κάδρα καὶ ζωγραφιές στούς τοίχους κ.λπ., τὰ ὁποία ἔφεραν τὴν ὀργή τοῦ Θεοῦ, τὰ λήστεψαν καὶ τὰ κατέστρεψαν οἱ κακοποιοί…

Ὁ Χριστός γεννήθηκε στὴν Φάτνη. Ἄν ἀναπαυώμαστε στὰ κοσμικά, θὰ μᾶς φτύση ὁ Χριστός, ποὺ δὲν ἔφτυσε κανέναν: «Ἐγώ δὲν εἶχα τίποτε, θὰ πῆ. Ὅλα αὐτὰ  τὰ βρήκατε γραμμένα στὸ Εὐαγγέλιο; Τὰ εἴδατε σ’ Ἐμένα;

Τὰ ὡραῖα καὶ τέλεια εἶναι κοσμικά καὶ τούς πνευματικούς ἀνθρώπους δὲν τούς ἀναπαύουν. Τὰ ντουβάρια θὰ γκρεμισθοῦν ὅλα. Ἡ ψυχή… Μία ψυχή ἀξίζει περισσό­τερο ἀπὸ ὅλο τὸν κόσμο. Τί κάνουμε γιὰ τὴν ψυχή; Νὰ ἀνοίξουμε δουλειά πνευματική. Νὰ μπῆ ἡ καλή ἀνησυχία. Ὁ Χριστός θὰ ζητήση ἀπὸ μᾶς σὲ τί βοηθήσαμε τὸν κόσμο πνευματικά καὶ τί πνευματική δουλειά κάναμε, ὄχι τί ντουβάρια φτιάξαμε. Αὐτὰ  οὔτε θὰ τὰ ἀναφέρη. Γιὰ τὴν πνευματική μας πρόοδο θὰ μᾶς ζητηθῆ λόγος. Θέλω νὰ καταλάβετε τὸ πνεῦμα μου, δὲν λέω νὰ μήν γίνωνται καὶ αὐτά, χτισίματα κ.λπ., ἤ νὰ μή γίνωνται καλά, ἀλλὰ πρῶτα τὰ πνευματικά καὶ ὕστερα ὅλα τὰ ἄλλα μὲ πνευματική διάκριση.

Οἱ κοσμικοί λένε: «Καλότυχοι αὐτοί ποὺ ζοῦν στὰ παλάτια καὶ ἔχουν ὅλες τὶς εὐκολίες». Ἀλλ’ ὅμως μακάριοι εἶναι αὐτοί ποὺ κατόρθωσαν νὰ ἁπλοποιήσουν τὴν ζωή τους καὶ ἐλευθερώθηκαν ἀπὸ τὴν θηλειά τῆς κοσμικῆς αὐτῆς ἐξελίξεως τῶν πολλῶν εὐκολιῶν, ἴσον τῶν πολλῶν δυσκολιῶν, καὶ ἀπαλλάχθηκαν ἀπὸ τὸν φοβερό ἄγχος τῆς σημερινῆς ἐποχῆς μας. Ἄν δὲν ἁπλοποιήση τὴν ζωή τοῦ ὁ ἄνθρωπος, βασανίζεται. Ἐνῶ, ἄν τὴν ἁπλοποιήση, δὲν θὰ ἔχη αὐτὸ τὸ ἄγχος.

Ἕνας Γερμανός μία φορά στὸ Σινά εἶπε σὲ ἕνα Βεδουϊνάκι ποὺ ἦταν πανέξυπνο: «Ἐσύ εἶσαι ἔξυπνο, μπορεῖς νὰ μάθης γράμματα». «Καί μετά;», τὸν ρωτάει ἐκεῖνο. «Με­τά θὰ γίνης μηχανικός». «Καὶ μετά;». «Μετά θ’ ἀνοίξης ἕνα συνεργεῖο αὐτοκινή­των». «Καί μετά;». «Μετά θὰ τὸ μεγαλώσης». «Καί μετά;». «Μετά θὰ πάρης καὶ ἄλλους νὰ δουλεύουν καὶ θὰ ἔχης πολύ προσωπικό». «Δηλαδή, τοῦ λέει, νὰ ἔχω ἕναν πονοκέφαλο, νὰ βάλω ἄλλον ἕναν πονοκέφαλο καὶ μετά νὰ βάλω καὶ ἕναν ἄλλον; Δὲν εἶναι κα­λύτερα τώρα ποῦ ἔχω ἥσυχο τὸ κεφάλι μου;». Ὁ περισσότερος πονοκέφαλος εἶναι ἀπὸ αὐτές τὶς σκέψεις, νὰ κάνουμε αὐτό, νὰ κάνουμε ἐκεῖνο. Ἄν ἦταν πνευματικές οἱ σκέψεις, θὰ ἐνίωθε κανεὶς πνευματική παρηγοριά καὶ δὲν θὰ εἶχε πονοκέφαλο.

Τώρα καὶ στούς κοσμικούς τονίζω πολύ τὴν ἁπλότητα. Γιατί πολλά ἀπὸ αὐτὰ  ποὺ κάνουν, δὲν χρειάζονται καὶ τούς τρώει τὸ ἄγχος. Τούς μιλάω γιὰ τὴν λιτότητα καὶ τὴν ἀσκητικότητα. Συνέχεια φωνάζω: «Ἁπλοποιῆστε τὴν ζωή σας, γιὰ νὰ φύγη τὸ ἄγχος». Καὶ τὰ περισσότερα διαζύγια ἀπὸ ‘κει ξεκινοῦν. Πολλές δουλειές, πολλά πρά­γματα ἔχουν νὰ κάνουν οἱ ἄνθρωποι καὶ ζαλίζονται. Δουλεύουν καὶ οἱ δύο, πατέρας καὶ μάνα, ἀφήνουν καὶ τὰ παιδιά ἐγκαταλελειμμένα. Κούραση, νεῦρα – μικρό θέμα, μεγάλος καυγᾶς – αὐτόματο διαζύγιο μετά, ἐκεῖ φθάνουν. Ἄν ἁπλοποιοῦσαν ὅμως τὴν ζωή τους, θὰ ἦταν καὶ ξεκούραστοι καὶ χαρούμενοι. Αὐτὸ τὸ ἄγχος εἶναι καταστροφή!

Μία φορά βρέθηκα σὲ ἕνα σπίτι ποὺ ἦταν ὅλο πολυτέλεια καὶ, καθώς συζητού­σαμε, μοῦ εἶπαν: «Ζοῦμε στὸν Παράδεισο, ἐνῶ ἄλλοι ἄνθρωποι στερούνται». «Ζῆτε στὴν κόλαση, τούς λέω. «Ἄφρον, ταύτη τῇ νυκτί»[1], εἶπε ὁ Θεὸς στὸν πλούσιο. Ἄν ὁ Χριστός μὲ ρωτοῦσε: «Ποῦ θέλεις νὰ σὲ βάλουμε, σὲ μία φυλακή ἤ σὲ ἕνα σπίτι σάν αὐτό;», θὰ ἔλεγα: «Σὲ μία σκοτεινή φυλακή». Γιατί ἡ φυλακή θὰ μὲ βοηθοῦσε. Θὰ μοῦ θύμιζε τὸν Χριστό, θὰ μοῦ θύμιζε τους ἁγίους Μάρτυρες, θὰ μοῦ θύμιζε τούς ἀσκητές ποὺ ἦταν στὶς ὀπές τῆς γής, θὰ μοῦ θύμιζε καλογερική. Ἡ φυλακή θὰ ἐμοίαζε καὶ λίγο μὲ τὸ κελλί μου καὶ θὰ χαιρόμουν. Αὐτὸ τὸ δικό σας τί θὰ μοῦ θύμιζε καὶ σὲ τί θὰ μὲ βοηθοῦσε; Γι’ αὐτὸ οἱ φυλακές μὲ ἀναπαύουν καλύτερα ὄχι μόνον ἀπὸ ἕνα σαλόνι κοσμικό ἀλλὰ καὶ ἀπ’ἕνα ὡραῖο κελλί μοναχοῦ. Χίλιες φορές στὴν φυλακή παρά σὲ ἕνα τέτοιο σπίτι».

Κάποτε ποὺ εἶχα φιλοξενηθῆ στὴν Ἀθήνα σ’ ἕναν φίλο μου, μὲ παρακάλεσε νὰ δεχθῶ ἕναν οἰκογενειάρχη πρίν φωτίση, γιατί ἄλλη ὥρα δὲν εὐκαιροῦσε. Ἦρθε λοιπόν χαρούμενος καὶ συνέχεια δοξολογοῦσε τὸν Θεό. Εἶχε καὶ πολλή ταπείνωση καὶ ἁπλό­τητα καὶ μὲ παρακαλοῦσε νὰ εὔχωμαι γιὰ τὴν οἰκογένειά του. Ὁ ἀδελφός αὐτός ἦταν περίπου τριάντα ὀκτώ ἐτῶν καὶ εἶχε ἑπτά παιδιά. Δυὸ τὸ ἀνδρόγυνο καὶ ἄλλοι δυὸ οἱ γονεῖς του, ἐν ὅλῳ ἕντεκα ψυχές, καὶ ἔμεναν ὅλοι σὲ ἕνα δωμάτιο. Μοῦ ἔλεγε μὲ τὴν ἁπλότητα ποὺ εἶχε: «Ὄρθιούς μας χωράει τὸ δωμάτιο, ἀλλά, ὅταν ξαπλώνουμε, δὲν μᾶς παίρνει, εἶναι λίγο στενόχωρα. Δόξα τῷ Θεῶ, τώρα κάναμε ἕνα ὑπόστεγο γιὰ κουζίνα καὶ βολευτήκαμε. Ἐμεῖς ἔχουμε καὶ στέγη. Πάτερ μου, ἐνῶ εἶναι ἄλλοι ποὺ μένουν στὴν ὑπαιθρο». Ἡ ἐργασία τοῦ ἦταν σιδερωτής. Ἔμενε στὴν Ἀθήνα καὶ ἔφευγε πρίν φωτίση, γιὰ νὰ βρεθῆ ἐγκαίρως στὸν Πειραιά ὅπου ἐργαζόταν. Ἀπὸ τὴν ὀρθοστασία καὶ τὶς πολλές ὑπερωρίες τὰ πόδια τοῦ εἶχαν κιρσούς καὶ τὸν ἐνοχλοῦσαν, ἀλλὰ ἡ πολλή ἀγά­πη του πρὸς τὴν οἰκογένειά του τὸν ἔκανε νὰ ξεχνάη τούς πόνους καὶ τὶς ἐνοχλήσεις. Ἐλεεινολογοῦσε μάλιστα τὸν ἑαυτό τοῦ συνέχεια καὶ ἔλεγε ὅτι δὲν ἔχει ἀγάπη, γιατί δὲν κάνει καλωσύνες σάν Χριστιανός, καὶ ἐπαινοῦσε τὴν γυναίκα του ὅτι ἐκείνη κάνει καλωσύνες, γιατί ἐκτός ἀπὸ τὰ παιδιά καὶ τὰ πεθερικά της ποὺ φρόντιζε, πήγαινε καὶ ἔπαιρνε τὰ ροῦχα ἀπὸ τούς γέρους τῆς γειτονιᾶς, τὰ ἐπλένε, τούς συγύριζε καὶ τὰ σπίτια, τούς ἐφτίαχνε καὶ καμμιά σούπα. Ἔβλεπε κανεὶς στὸ πρόσωπο τοῦ καλοῦ αὐτοῦ οἰκογενειάρχη ζωγραφισμένη τὴν θεία Χάρη. Εἶχε μέσα τοῦ τὸν Χριστό καὶ ἦταν γεμά­τος χαρὰ καὶ τὸ δωμάτιό του γεμάτο ἀπὸ παραδεισένια χαρά. Ἐνῶ αὐτοί ποὺ δὲν ἔχουν μέσα τούς τὸν Χριστό, εἶναι γεμάτοι ἀπὸ ἄγχος, καὶ δυὸ ἄνθρωποι νὰ εἶναι, δὲν χωρᾶνε μέσα σὲ ἕντεκα δωμάτια. Ἐνῶ οἱ ἕντεκα αὐτοί ἄνθρωποι μὲ τὸν Χριστό, χωροῦσαν μέσα σ’ ἕνα δωμάτιο.

[1]. Εἰπώθηκε τὸ 1986.

.

Όσιος Παϊσιος ο Αγιορείτης.
Μέ πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο

Β.   Ἀκόμη καὶ πνευματικοί ἄνθρωποι, ὅσους χώρους καὶ νὰ ἔχουν, βλέπεις νὰ μή χωροῦν, γιατί μέσα τους δὲν ἔχει χωρέσει ὁ Χριστός ὁλόκληρος. Ἄν οἱ γυναῖκες ποὺ ζοῦσαν στὰ Φάρασα ἔβλεπαν τὴν πολυτέλεια ποὺ ὑπάρχει σήμερα, ἀκόμη καὶ σὲ πολλά Μοναστήρια, θὰ ἔλεγαν: «Θὰ ρίξη ὁ Θεὸς φωτιά νὰ μᾶς κάψη! Ἐγκατάλειψη Θεοῦ!». Ἐκεῖνες μάζευαν τὶς δουλειές τάκα-τάκα. Πρωί-πρωί ἔπρεπε νὰ βγάλουν τὰ γίδια, μετά νὰ συμμάσουν τὸ σπίτι. Ὕστερα πήγαιναν στὰ ἐξωκκλήσια ἤ μαζεύονταν στὶς σπηλιές, καὶ μία ποὺ ἤξερε λίγα γράμματα διάβαζε τὸ Συναξάρι τοῦ Ἁγίου της ἡμέρας. Μετά δωσ’ τοῦ μετάνοιες, ἔλεγαν καὶ τὴν εὐχή. Καὶ δούλευαν, κουράζονταν. Μία γυναίκα ἔπρεπε νὰ ξέρη νὰ ράβη ὅλα τὰ ροῦχα τοῦ σπιτιοῦ. Καὶ τὰ ἔρραβαν μὲ τὸ χέρι. Μηχανές τοῦ χεριοῦ λίγες εἶχαν σὲ καμμιά πόλη, στὰ χωριά δὲν εἶχαν. Ἄν ὑπῆρχε στὰ Φάρασα ὅλο καὶ ὅλο μία μηχανή τοῦ χεριοῦ. Ἔρραβαν ἀκόμη καὶ τοῦ ἄνδρα τὰ ροῦχα καὶ ἦταν πιὸ ἄνετα, καὶ τὶς κάλτες τὶς ἔπλεκαν στὸ χέρι. Εἶχαν γοῦστο, μεράκι, ἀλλὰ τούς περίσσευε καὶ χρόνος, γιατί τὰ εἶχαν ὅλα ἁπλά. Οἱ Φαρασιῶτες δὲν κοιτοῦ­σαν λεπτομέρειες. Ζοῦσαν τὴν χαρὰ τῆς καλογερικῆς. Καὶ ἄν, γιὰ παράδειγμα, ἡ κου­βέρ­τα δὲν ἦταν καλά στρωμένη καὶ κρεμόταν λίγο ἀπὸ τὴν μία μεριά καὶ ἔλεγες: «Σιάξε τὴν κουβέρτα», θὰ σοῦ ἔλεγαν: «Σὲ ἐμποδίζει στὴν προσευχή σου;».

Αὐτήν τὴν χαρὰ τῆς καλογερικῆς οἱ ἄνθρωποι σήμερα δὲν τὴν γνωρίζουν. Νομί­ζουν ὅτι δὲν πρέπει νὰ στερηθοῦν, νὰ ταλαιπωρηθοῦν. Ἄν σκέφτονταν οἱ ἄνθρωποι λίγο καλογερικά, ἄν ζοῦσαν πιὸ ἁπλά, θὰ ἦταν ἥσυχοι. Τώρα βασανίζονται. Ἄγχος καὶ ἀπελπισία στὴν ψυχή. «Ὁ τάδε πέτυχε ποὺ ἐφτίαξε δύο πολυκατοικίες ἤ ποὺ ἔμαθε πέντε γλῶσσες κ.λπ.! Ἐγώ δὲν ἔχω οὔτε ἕνα διαμέρισμα, δὲν ξέρω οὔτε μία ξένη γλώσ­σα. Ὤχ, χάθηκα!». Ἔχει κάποιος ἕνα αὐτοκίνητο καὶ ἀρχίζει: «Ὁ ἄλλος ἔχει καλύτερο. Νὰ πάρω καὶ ἐγώ». Παίρνει τὸ καλύτερο, ὕστερα μαθαίνει ὅτι ἄλλοι ἔχουν ἀεροπλάνα ἀτομικά καὶ πάλι βασανίζεται. Τελειωμό δὲν ἔχουν. Ἐνῶ ἄλλος ποὺ δὲν ἔχει αὐτο­κί­νητο, ὅταν δοξάζη τὸν Θεό, χαίρεται: «Δόξα τῷ Θεῶ, λέει, ἄς μήν ἔχω αὐτοκίνητο, ἔχω γερά τὰ πόδια μου καὶ μπορῶ νὰ περπατήσω. Πόσοι ἄνθρωποι εἶναι μὲ κομμένα πόδια, δὲν μποροῦν νὰ ἐξυπηρετηθοῦν, νὰ βγοῦν ἕναν περίπατο, θέλουν ἕναν ἄνθρωπο νὰ τούς ὑπηρετή, ἐνῶ ἐγώ ἔχω τὰ πόδια μου!». Κια ἕνας κουτσός ποὺ λέει: «Καὶ ἄλλοι ποὺ δὲν ἔχουν καὶ τὰ δυὸ πόδια;», καὶ αὐτός χαίρεται.

Ἡ ἀχαριστία καὶ ἡ ἀπληστία εἶναι μεγάλο κακό. Ὁ κυριευμένος ἀπὸ ὑλικά πράγματα εἶναι κυριευμένος πάντα ἀπὸ στενοχώρια καὶ ἄγχος, γιατί πότε τρέμει μήν τοῦ τὰ πάρουν καὶ πότε μήν τοῦ πάρουν τὴν ψυχή. Μία μέρα ἦρθε ἕνας πλούσιος ἀπὸ τὴν Ἀθήνα καὶ μοῦ λέει: «Πάτερ, ἔχασα τὴν ἐπαφή μὲ τὰ παιδιά μου, ἔχασα τὰ παιδιά μού». «Πόσα παιδιά ἔχεις;», τοῦ λέω. «Δύο, μοῦ λέει. Τὰ μεγάλωσα μὲ τὸ πουλιοῦ τὸ γάλα. Τί ἤθελαν καὶ δὲν τὸ εἶχαν! Ἀκόμη καὶ αὐτοκίνητο τὰ πήρα». Ἀπὸ τὴν συζήτηση βγῆκε ὅτι εἶχε καὶ αὐτός δικό του αὐτοκίνητο καὶ ἡ γυναίκα τοῦ δικό της καὶ τὰ παιδιά δικό τους. «Εὐλογημένε, τοῦ λέω, ἐσύ, ἀντί νὰ λύσης τὰ προβλήματά σου, τὰ μεγάλω­σες. Τώρα θέλεις ἕνα μεγάλο γκαράζ γιὰ τὰ αὐτοκίνητα, ἕναν μηχανικό νὰ τὸν πλη­ρώνης τετραπλάσια, γιὰ νὰ τὰ διορθώνης, χώρια ποὺ κινδυνεύετε καὶ οἱ τέσσερις κάθε στιγμή νὰ σκοτωθῆτε. Ἐνῶ, ἄν εἶχες ἁπλοποιήσει τὴν ζωή σου, θὰ ἦταν ἑνωμένη ἡ οἰκογένειά σου, θὰ καταλάβαινε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο καὶ δὲν θὰ εἶχες αὐτὰ  τὰ προβλήματα. Δὲν φταῖνε τὰ παιδιά σου τώρα, ἐσύ φταῖς ποὺ δὲν φρόντισες νὰ δώσης ἄλλη ἀγωγή στὰ παιδιά σοῦ». Μία οἰκογένεια τέσσερα αὐτοκίνητα, ἕνα γκαράζ, ἕναν μηχανικό κ.λπ.! Ἄς πάη ὁ ἄλλος λίγο ἀργότερα. Ὅλη αὐτή ἡ εὐκολία γεννάει δυσκολίες.

Ἄλλη φορὰ ἦρθε ἕνας ἄλλος οἰκογενειάρχης στὸ Καλύβι – ἦταν πέντε ἄτομα ἡ οἰκογένειά του – καὶ μοῦ λέει: «Πάτερ, ἔχουμε ἕνα αὐτοκίνητο καὶ σκέφτομαι νὰ πάρουμε ἄλλα δύο. Θὰ μᾶς διευκολύνη». «Καί πόσο θὰ σᾶς δυσκολέψη τὸ σκέφτηκες; τοῦ λέω. Τὸ ἕνα τὸ βάζεις ἐκεῖ σὲ μία τρύπα, τὰ τρία ποῦ θὰ τὰ βάλης; Θὰ θέλης ἕνα γκαράζ καὶ μία ἀποθήκη γιὰ καύσιμα. Θὰ διατρέχετε τρεῖς κινδύνους. Καλύτερα νὰ ἔχετε ἕνα καὶ νὰ περιορίσετε τὶς ἐξόδους σας. Θὰ ἔχετε χρόνο νὰ δῆτε τὰ παιδιά σας. Θὰ ἔχετε τὴν ἠρεμία σας. Ἡ ἁπλοποίηση εἶναι τὸ παν». «Δὲν τὸ σκέφθηκα αὐτό», μοῦ λέει.

– Γέροντα, μᾶς εἶπε κάποιος ὅτι δυὸ φορές δὲν μποροῦσε νὰ σταματήση τὸν συναγερμό τοῦ αὐτοκινήτου. Τὴν μία φορά, γιατί εἶχε μπή μία μύγα, καὶ τὴν ἄλλη, γιατί εἶχε μή ὁ ἴδιος ἀντικανονικά στὸ αὐτοκίνητο.

– Μαρτυρική εἶναι ἡ ζωή τους, γιατί δὲν ἁπλοποιοῦν τὰ πράγματα. Οἱ περισσότερες εὐκολίες δυσκολίες προξενοῦν. Οἱ κοσμικοί πνίγονται ἀπὸ τὰ πολλά. Ἔχουν γεμίσει εὐκολίες-εὐκολίες καὶ ἔκαναν τὴν ζωή τούς δύσκολη. Ἄν δὲν ἁπλοποιήση κανεὶς τὰ πράγματα, μία εὐκολία γεννάει ἕνα σωρό δυσκολίες.

Ὅταν ἤμασταν μικρά, κόβαμε τὸ καρούλι στὶς ἄκρες, βάζαμε μία σφήνα μέσα καὶ κάναμε ἕνα ὡραῖο παιχνίδι καὶ χαιρόμασταν μ’ αὐτό. Τὰ μικρά παιδιά χαίρονται μὲ ἕνα αὐτοκινητάκι πιὸ πολύ ἀπὸ ὅ,τι ὁ πατέρας τους, ὅταν ἀγοράζη μερσεντές. Ἄν ρωτήσης ἕνα κοριτσάκι: «Τί θέλεις, ἕνα κουκλάκι ἤ μία πολυκατοικία;», νὰ δής, θὰ σοῦ πῆ: «Ἕνα κουκλάκι». Καὶ τελικά τὰ μικρά παιδιά γνωρίζουν τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου.

– Γέροντα, τί βοηθάει περισσότερο, γιὰ νὰ καταλάβη κανεὶς αὐτήν τὴν χαρὰ τῆς λιτότητος;

– Νὰ συλλάβη κανεὶς τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς. «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ…»[2]. Ἀπὸ ἐκεῖ ξεκινᾶ ἡ ἁπλότητα καὶ κάθε σωστή ἀντιμετώπιση.

[1]. Λουκ. 12, 20.

[2]. Ματθ. 6, 33.

 

 

 

0